Δευτέρα 19 Δεκεμβρίου 2011

Ατάκες, γλωσσοδέτες, νανουρίσματα

Κάποιες εκφράσεις που τσι λέγανε οι παλαιοί μας, εμείνανε στην τοπική μας διάλεκτο, χωρίς να σημαίνουν κάτι ιδιαίτερο. Κάποιοι τσι βγάλανε και εμείνανε έτσι να λέγονται από γενιά σε γενιά. Κάτι σαν παροιμίες, σαν γλωσσοδέτες ή κάτι από τα παλαιά παιδικά παιχνίδια.

• Για να βγάλουνε τα παιδιά τη μαρουδιά  από την τρύπα της, τση λέγανε:
-Μάρω, Μάρω μαρουδιά
 κατσουλοπετειναριά,
 απέθανε ο άντρας σου
 και κλαίνε τα παιδιά σου
 Ντραν, Ντραν, Ντραν.


• Για να μάθουνε τα παιδιά να μετράνε τα δάχτυλα, τσου λέγανε:
-Βελιντρούνα, βελιντρέ, βελικάρτο, βελισέι, βελιότο, η σούνα, η                                 στείρα, η στάκω, η σκότω, η δρόσω.

• “Τ’ αρρώστου η όψη φαίνεται, του νηστικού η μαγούλα”.

• “Νάμουν το Μάη πιστικός, τον Άγουστο Δραγάτης και το χειμώνα φούρναρης να ψένω τσι κουλούρες”.

• “Νάμουν το Μάη γάιδαρος, τον Άγουστο κριάρι, όλο το χρόνο πετεινός και γάτος το Γενάρη”.

“Ανήβηκε στη ρίγανη να κόψει ένα κλωνάρι, κι έπεσε και τσακίστηκε, μάνα μου παλικάρι”.

“Παλικάρι τση φακής και κούτσουλος τσ' Οβριακής”. 


• “Το μυαλό σου και μια λίρα, και ένα μάτσο πρικαλίδα”.

• “Μεσ τ'άναμμα του χορού, εκόπηκε η κόρδα”.

• “Πάρε κουρούνα κόκκαλο και δώμου σιδερένιο”. Όταν έπεφτε ένα από τα πρώτα δόντια τσου μπαιδιώνες, το παιδί τ' απέλουνε στα κεραμίδια και έλεγε τα παραπάνω λόγια.

• “Όποιος τρώει και δε μου δίνει, κόκκαλο να μην του μένει”.

• “Μια σκυλίτσα κούντουρη και μια σκυλίτσα μαύρη, έχεσε κι’ απόχεσε κι’ εφτά σκαφώνια γιόμισε. Όποιος πρωτομιλήσει, κι’ όποιος πρωτογελάσει, εκείνος θα τα φάει”. Το λέγανε για να κάθονται ήσυχα τα μιτσά.

• “Μη μας φέρεις πλατοκούκια, τι στραβώνουν τα μπουμπούκια.
Φέρε μας σουπιά με ρύζι, το τσαπί μας να σουρίζει”. 
Το λέγανε οι αργατικοί που σκαλίζανε τ΄αμπέλια.

• “Νάνα νάνα νάνα του, όσο νάρθει η μάνα του, να του φέρει πέντε αβγά, πέντε αβγά πέντε πουλιά και την κότα την παχειά”.

• “Το παιδί μου το κρινάτο, στην αμυγδαλιά από κάτω, τρώει αμύγδαλα ψημένα και σκατά τηγανισμένα”.

• “Τα παιδιά του μακελάρη, εκάμανε τ' άντερα δαχτυλίδια”.

• “Μπιρμπιτσόλια δεκατσόλια ντελαπιά, ντέλα ρούσα, σκότο φόρο αλίγα λιότο”.

“Από μέσα κλειδωνιά κι’ απόξω καντινάτσο”. Τη φράση αυτή τηνε λέγανε, για να μην μπει η βρισιά μέσα στο σπίτι, ….μετά από το κρίτσι-κρίτσι.

• Ο Γιώργης ο Μούρδουλος, έλεγε: “Ούτε κότες έχω, ούτε με την αλιπού μαλώνω”.

“Έξι μήνες κι’ όλο τον Άγουστο”. Ατάκα σε κάποιονε που λέει ..
-Θάρθεις ορέ;
- Έεεε…
- “Εξι μήνες κι’ όλο τον Άγουστο”.

• Είπανε μιανού να φέρει μία μηχανή, και κείνος είπε:
- Δε δουλεύει γιατί εφαωθήκανε τα ψωμιά σε ένα γαλέτο... (μετάφραση: δε
δουλεύει γιατί εχαλάσανε οι βόλτες σε ένα παξιμάδι...)

• Όταν ο Κουίνος έφερε το πρώτο αυτοκίνητο-κρούσα στο χωριό, ο μάνα του η Αγγούρενα έλεγε:
Εμείς δε θέλουμε άλατρα,
δε θέλουμε αγελάδες,
Θέλουμε αυτοκίνητα,
που πάνε τσι Σπιανάδες

• “Από Μαγιού ποκάμισο, κι’ απ’ Άγουστο σεγκούνι”.

• Παραμύθι, μύθι, μύθι.
  το κουκί και το ρεθύθι, 
  εμαλώνανε στη βρύση, 
  τάκουσε και η φακή
  και τα βάνει φυλακή
  και η φάβα τση φωνάζει
  φακή βγάλτα, δεν πειράζει”

“Ο ύπνος θρέφει το μιτσό κι’ ο ήλιος το μοσχάρι και το κρασί το γέροντα τον κάνει παλικάρι …”

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου